Καλοκαίρι και μπύρα. Έννοιες που ταιριάζουν. Η μπύρα μας δροσίζει και μας ξεδιψά τους καλοκαιρινούς μήνες. Όμως δεύτερες σκέψεις ξεπηδούν: κάνει να πιω; Παχαίνει; Κάνει κοιλιά;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή!

Η μπύρα ουσιαστικά καταγράφεται στην ιστορία όλων των αρχαίων λαών που ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια των σιτηρών. Οι Αιγύπτιοι, οι Κινέζοι, οι Μεσοποτάμιοι, οι Σουμέριοι ήσαν από τους πρώτους διδάξαντες και όποιος και να την παρασκεύασε πρώτος είναι σίγουρο ότι η μπύρα είναι παλιά, πολύ παλιά.

Πρόκειται για ένα αλκοολούχο ποτό που γίνεται με ζύμωση κόκκων (σπόρων) με ζύμη (μαγιά). Τα κύρια συστατικά της μπύρα είναι τέσσερα: το νερό, το κριθάρι, ο λυκίσκος και τη μαγιά.

  • Το 90% της μπύρας είναι νερό, γι’ αυτό οι ζυθοποιοί θέτουν υψηλές προδιαγραφές ποιότητάς του. Το μυστικό όμως είναι ότι κάθε τύπος μπύρας παρασκευάζεται με συγκεκριμένο τύπο νερού και ανάλογα την ποιότητα του νερού, ανάλογη και η ποιότητα της μπύρας.
  • Το κριθάρι είναι η πηγή αμύλου από την οποία παρασκευάζεται η βύνη.
  • Ο λυκίσκος είναι αναρριχητικό δικοτυλήδονο φυτό που ευδοκιμεί στην εύκρατη ζώνη. Χρησιμοποιούνται τα άνθη του θηλυκού φυτού, που προσδίδουν στη μπύρα το χαρακτηριστικό άρωμά της και την πικρή επίγευση.
  • Η μαγιά είναι είδος μύκητα που μετατρέπει τα σάκχαρα σε αλκοόλ και διοξείδιο του άνθρακα, ενώ ταυτόχρονα σχηματίζονται αρωματικές ουσίες. Η επιλογή της μαγιάς έχει άμεση επίδραση στη γεύση της μπύρας. Η μαγιά της μπύρας περιέχει πολλές βιταμίνες του συμπλέγματος Β και ειδικά βιταμίνη Β1, βιταμίνη Β2 και νιασίνη.

Διατροφική αξία

Η θρεπτική αξία της μπύρας μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον τύπο. Εντούτοις, κατωτέρω παρατίθενται τα ποσά για την κανονική μπύρα των (330 ml), με περιεκτικότητα αλκοόλης περίπου 4%:

Θερμίδες: 153kcal

Αλκοόλ: 14 γραμμάρια

Υδατάνθρακες: 13 γρ/ Πρωτεΐνη: 2 γρ/ Λίπος: 0 γρ (πηγή 1)

Η μπύρα παχαίνει;

Θερμίδες;

Το ενεργειακό περιεχόμενο κάθε ποτού εξαρτάται από την περιεκτικότητα του σε αλκοόλη. Αυτό γιατί το κύριο θερμιδογόνο συστατικό είναι η αλκοόλη με 7kcal/gr (σχεδόν όσο τα λιπαρά 9kcal/gr). Έτσι είναι ευνόητο όπως δείχνει και παρακάτω ο πίνακας ότι η μπύρα με περιεκτικότητα αλκοόλης 4-6% είναι καλύτερα από το κρασί 13% και σίγουρα καλύτερα από ποτά με περιεκτικότητα αλκοόλης 40%. Παρόλα αυτά επειδή η μερίδα των ποτών διαφέρει το παραπάνω εξισορροπείται. Δηλαδή μπύρα θα πιούμε ένα κουτάκι 330ml  άρα 150kcal, κρασί ένα ποτήρι 120γρ άρα 100-120kcal, τσίπουρο ένα σφηνάκι άρα 105kcal. Καταλήγουμε πάνω – κάτω στα ίδια…

Άρα δεν είναι οι θερμίδες

Πότα Θερμίδες/100ml
Μπίρα κοινή 46
Μπίρα light 31
Κρασί κόκκινο 81
Κρασί λευκό 78
Βότκα 215
Τζίν 244
Ρούμι  215
Ουίσκι 233
(πηγή 2)

Μήπως τα θρεπτικά συστατικά;

Η μπύρα περιέχει μικρές ποσότητες μικροθρεπτικών συστατικών, όπως το νάτριο, το κάλιο και το μαγνήσιο καθώς και κάποιες μικροποσότητες από βιταμίνες του συμπλέγματος Β (που βοηθούν στην απελευθέρωση ενέργειας από τις τροφές) και κάποια αντιοξειδωτικά. Ωστόσο, δεν είναι μια ιδιαίτερα καλή πηγή αυτών των θρεπτικών ουσιών, καθώς θα χρειαστεί να καταναλώσετε τεράστιες ποσότητες για να ικανοποιήσετε τις καθημερινές σας ανάγκες. (3)

Παρόλα αυτά η μπύρα και το κρασί έχουν ένα θρεπτικό νόημα αφού περιέχουν μικροποσότητες θρεπτικών συστατικών και έχουν ένα σαφή πλεονέκτημα απέναντι στις εντελώς «κενές» και άχρηστες θερμίδες των υπόλοιπων αλκοολούχων ποτών που λόγω και της αυξημένης περιεκτικότητας αλκοόλης είναι τοξικά για τον έντερο και το συκώτι μας.

Από όλα τα οινοπνευματώδη ποτά η μπίρα περιέχει το μικρότερο ποσοστό αλκοόλ και καταναλισκόμενη σε μικρές ποσότητες ίσως να βοηθά στην αύξηση της HDL χοληστερόλης «καλής χοληστερόλης» στο αίμα.

Τελικά η μπύρα παχαίνει;

 

Σταμάτα να προσπαθείς να βρεις «ένοχα»- παχυντικά τρόφιμα. Δεν υπάρχουν τέτοια. Υπάρχουν παχυντικές συνήθειες!

Όσο λοιπόν και να σιχαίνομαι τα «κλισέ» θα το επαναλάβω :Η μέτρια κατανάλωση μπίρας δεν παχαίνει. Ως μέτρια κατανάλωση αλκοόλ ορίζεται η καθημερινή πρόσληψη 30 γραμμαρίων αλκοόλης για τους άνδρες και 20 γραμμαρίων αλκοόλης για τις γυναίκες. Ένα ποτήρι μπίρας (330 ml) περιέχει περίπου 10-12 γραμμάρια αλκοόλης, και προσδίδει μόλις 150 θερμίδες. Κάντε τους υπολογισμούς σας.

Αλλά επειδή η σίτιση ξεκινά από το στόμα πρέπει να είμαστε προσεκτική με το φαγητό που σχεδόν πάντα … συνοδεύει την μπυρίτσα μας
Όταν λοιπόν πίνουμε μπίρα σε ένα πάρτι ή βλέποντας κάποιον αγώνα ποδοσφαίρου ή στην ταβέρνα, παρατηρείται  αυξημένη παράλληλη κατανάλωση  αλμυρών και λιπαρών τροφίμων- σνακ.  Αυτό συμβαίνει γιατί , η μπίρα διεγείρει την όρεξη και εξευγενίζει τις γεύσεις των τροφών.

Οπότε δώστε προσοχή και στην ποιότητα και στην ποσότητα των τροφίμων που καταναλώνετε μαζί με την μπίρα.
Η «μπυροκοιλιά» είναι μύθος ή πραγματικότητα;

Το αλκοόλ αυξάνει περισσότερο την περίμετρο κοιλιάς, όταν καταναλωθεί σε ποσότητα πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με το φαγητό. Κι αυτό γιατί το ήπαρ, διασπά πρώτα το αλκοόλ (επειδή είναι τοξικό συστατικό) και όχι το λίπος, με αποτέλεσμα η περίσσεια των θερμίδων από το αλκοόλ να μετατρέπεται σε λίπος, πριν προλάβει να διασπαστεί. Η αποθήκευση γίνεται στη κοιλιακή περιοχή, αυξάνοντας το σπλαχνικό λίπος. Μάλιστα, η αποθήκευση αυτή δεν γίνεται στον ίδιο βαθμό σε άντρες και γυναίκες –στους άνδρες εμφανίζεται συχνότερα και σε μεγαλύτερο βαθμό.  (4)

 

Ας κλείσουμε λέγοντας ότι

Το σωστό βάρος και η σωστή κατανομή έχει άμεση σχέση με τον τρόπο ζωής. Αν έχετε περισσότερα κιλά, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ευθύνεται ο κακός μεταβολισμός σας και σίγουρα όχι η κατανάλωση  μέτριας ποσότητας μπύρας. Ας βρούμε τις αληθινές αιτίες και τις πραγματικές λύσεις στον τρόπο ζωής στο σύνολό του. Όταν απουσιάζει η ισορροπημένη διατροφή, η άσκηση, υπάρχει ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών και  ελλιπής ξεκούραση και οι ρυθμοί της καθημερινότητάς μας είναι φρενήρης τότε ο ένοχος μάλλον δεν είναι ένα το μισό λίτρο μπύρας που πίνουμε κάποιες μέρες την εβδομάδα… Σωστά;

Βιβλιογραφία

  1. http://nutritiondata.self.com/facts/beverages/3827/2
  2. Υπουργείο Γεωργίας Ηνωμένων Πολιτειών (USDA, National Nutrient Database for standard Reference, Release 22, 2009)
  3. (Denke MA. 2000, Am J Med Sci; Romeo et al.2010, J Sci Food Agric).
  1. (Bobak et al. 2003, Eur J Clin Nutr; Freiberg et al. 2004, Diabetes Care)